Υπάρχει μια απορία, που σίγουρα θα έχουν σκεφτεί και άλλοι φίλοι που με γνωρίζουν και με συναναστρέφονται, αλλά μόνον ο Βασίλης από τον Αγιο Νικόλαο (Γειά σου Βασίλη! Γειά σου Ζάννα! ) τη διατύπωσε φωναχτά πέρσι το καλοκαίρι.
Φιλοξενούμασταν στο σπίτι του Βασίλη και κάποιο απόγευμα πήγαμε βόλτα με το αμάξι προς την Ελούντα. Ο Βασίλης λοιπόν, παρατήρησε πως σε όλη τη διαδρομή ήμουν σιωπηλή, όπως είμαι συνήθως στις διαδρομές με αυτοκίνητο. Σας διαβεβαιώ, πως (αντίθετα με τις φήμες περί αλαλίας!) είμαι λαλίστατη όταν καθίσω σε τραπέζι, με τους συνομιλητές μου απέναντί μου.
Ομως, στο αυτοκίνητο, όπου δεν μπορώ να δω τους δυο που κάθονται στα μπροστινά (ή στα πίσω, αν κάθομαι μπροστά) καθίσματα, αναπόφευκτα χάνω τη μισή τουλάχιστον συζήτηση και έτσι δεν μπορώ να συμμετέχω. Γι’ αυτό παραμένω αναγκαστικά σιωπηλή σε τέτοιες διαδρομές.
Όταν λοιπόν φτάσαμε στο παραθαλάσσιο ταβερνάκι της Ελούντας, όπου θα τρώγαμε για μεσημέρι, ο Βασίλης πλέον δεν άντεξε και την έκανε την ερώτηση: “Λοιπόν….τι σκέφτεσαι όταν βρίσκεσαι σε μέρη όπου αναγκαστικά δεν μπορείς να συμμετέχεις στην κουβέντα, ούτε να κάνεις κάτι άλλο, όπως το αυτοκίνητο ή μια σκοτεινή αίθουσα ή μια ομιλία ή ένα θέατρο ή μια συναυλία;”
Μου άρεσε αυτή η ερώτηση. Κυρίως γιατί ένας τουλάχιστον άνθρωπος μπήκε στη διαδικασία να σκεφτεί τα πράγματα από τη μεριά μου, να μπει στον δικό μου κόσμο. Γιατί αρκετοί δεν μπορούν να σκεφτούν ότι….εγώ σίγουρα κάτι άλλο σκέφτομαι, ότι ξεφεύγω από την κουβέντα.
Η απάντηση για όσους με γνωρίζουν λίγο καλύτερα είναι δεδομένη: “Κατά 90% απαγγέλω ποιήματα από μέσα μου”. Διάβασα κάποτε πως οι παλιοί φυλακισμένοι, που δεν είχαν βιβλία ή τηλεοράσεις και βρίσκονταν στην απομόνωση συνήθιζαν να απαγγέλουν ποιήματα ή να τραγουδούν ακριβώς για να κρατούν σε εγρήγορση το μυαλό τους.
Αν και, τώρα πια, λόγω και ηλικίας, έχω περιορίσει τις δραστηριότητές μου σε αυτές στις οποίες καταλαβαίνω και συμμετέχω (γιατί ως φοιτήτρια έβγαινα αρκετά συχνά νύχτα και με μεγάλες παρέες, σε μπαράκια, κλαμπάκια κλπ, όπου ούτε τη μουσική καταλάβαινα, ούτε μπορούσαμε να συζητήσουμε – δεν ήθελα βλέπετε να κάνω κάτι διαφορετικό από τους άλλους συμφοιτητές μου), υπάρχουν ωστόσο, ακόμη και σήμερα τέτοιες αμήχανες στιγμές, όπως οι διαδρομές με αμάξι. Η όπως η 7ωρη διαδικασία απαγγελίας ποίησης στον Ιανό, στην οποία αναγκάστηκα να παρευρεθώ πρόσφατα, όπως σας έγραψα.
Όταν είσαι κωφός αλλά έχεις επιλέξει να ζεις με τον τρόπο των ακουόντων, υπάρχουν αρκετές τέτοιες στιγμές πνευματικής απομόνωσης, μέσα στη “φοβερή ερημία του πλήθους”, όπως θα έλεγε και ο Αναγνωστάκης. Και καλά εγώ, έχω την ποίηση να με κρατάει σε τέτοιες στιγμές. Πώς να το αντιμετωπίζουν οι άλλοι φίλοι, που διαβάζουν και το μπλογκ μου; Ιδέα δεν έχω – φαντάζομαι πως θα σκέφτεται ο καθένας ό,τι τον απασχολεί περισσότερο.
Θα ήθελα βέβαια, να μπορώ απλά να κοιτάω το τοπίο χωρίς να σκέφτομαι κάτι. Θα ήταν ανακουφιστικό. Δυστυχώς, είτε επειδή έτσι είναι φτιαγμένος ο εγκέφαλός μου, είτε επειδή έχουν μεσολαβήσει άπειρα χρόνια εσωτερικής ανατροφοδότησης, ο διάλογος με τον εαυτό μου καλά κρατεί…Κι όπως θα έλεγε και ο Καβάφης, αντί για τη Θάλασσα του Πρωϊού, βλέπω στο παράθυρο του αυτοκινήτου “…τες φαντασίες μου, τες αναμνήσεις μου, τα ινδάλματα της ηδονής…”.
Θα έλεγα μάλιστα (Βασίλη, στ΄ ορκίζομαι! ) πως εκείνο το μεσημέρι στο δρόμο για την Ελούντα είδα να περπατάνε μαζί ο Καβάφης και ο Αναγνωστάκης, αυτοπροσώπως! Κουφό, ε;
Φιλοξενούμασταν στο σπίτι του Βασίλη και κάποιο απόγευμα πήγαμε βόλτα με το αμάξι προς την Ελούντα. Ο Βασίλης λοιπόν, παρατήρησε πως σε όλη τη διαδρομή ήμουν σιωπηλή, όπως είμαι συνήθως στις διαδρομές με αυτοκίνητο. Σας διαβεβαιώ, πως (αντίθετα με τις φήμες περί αλαλίας!) είμαι λαλίστατη όταν καθίσω σε τραπέζι, με τους συνομιλητές μου απέναντί μου.
Ομως, στο αυτοκίνητο, όπου δεν μπορώ να δω τους δυο που κάθονται στα μπροστινά (ή στα πίσω, αν κάθομαι μπροστά) καθίσματα, αναπόφευκτα χάνω τη μισή τουλάχιστον συζήτηση και έτσι δεν μπορώ να συμμετέχω. Γι’ αυτό παραμένω αναγκαστικά σιωπηλή σε τέτοιες διαδρομές.
Όταν λοιπόν φτάσαμε στο παραθαλάσσιο ταβερνάκι της Ελούντας, όπου θα τρώγαμε για μεσημέρι, ο Βασίλης πλέον δεν άντεξε και την έκανε την ερώτηση: “Λοιπόν….τι σκέφτεσαι όταν βρίσκεσαι σε μέρη όπου αναγκαστικά δεν μπορείς να συμμετέχεις στην κουβέντα, ούτε να κάνεις κάτι άλλο, όπως το αυτοκίνητο ή μια σκοτεινή αίθουσα ή μια ομιλία ή ένα θέατρο ή μια συναυλία;”
Μου άρεσε αυτή η ερώτηση. Κυρίως γιατί ένας τουλάχιστον άνθρωπος μπήκε στη διαδικασία να σκεφτεί τα πράγματα από τη μεριά μου, να μπει στον δικό μου κόσμο. Γιατί αρκετοί δεν μπορούν να σκεφτούν ότι….εγώ σίγουρα κάτι άλλο σκέφτομαι, ότι ξεφεύγω από την κουβέντα.
Η απάντηση για όσους με γνωρίζουν λίγο καλύτερα είναι δεδομένη: “Κατά 90% απαγγέλω ποιήματα από μέσα μου”. Διάβασα κάποτε πως οι παλιοί φυλακισμένοι, που δεν είχαν βιβλία ή τηλεοράσεις και βρίσκονταν στην απομόνωση συνήθιζαν να απαγγέλουν ποιήματα ή να τραγουδούν ακριβώς για να κρατούν σε εγρήγορση το μυαλό τους.
Αν και, τώρα πια, λόγω και ηλικίας, έχω περιορίσει τις δραστηριότητές μου σε αυτές στις οποίες καταλαβαίνω και συμμετέχω (γιατί ως φοιτήτρια έβγαινα αρκετά συχνά νύχτα και με μεγάλες παρέες, σε μπαράκια, κλαμπάκια κλπ, όπου ούτε τη μουσική καταλάβαινα, ούτε μπορούσαμε να συζητήσουμε – δεν ήθελα βλέπετε να κάνω κάτι διαφορετικό από τους άλλους συμφοιτητές μου), υπάρχουν ωστόσο, ακόμη και σήμερα τέτοιες αμήχανες στιγμές, όπως οι διαδρομές με αμάξι. Η όπως η 7ωρη διαδικασία απαγγελίας ποίησης στον Ιανό, στην οποία αναγκάστηκα να παρευρεθώ πρόσφατα, όπως σας έγραψα.
Όταν είσαι κωφός αλλά έχεις επιλέξει να ζεις με τον τρόπο των ακουόντων, υπάρχουν αρκετές τέτοιες στιγμές πνευματικής απομόνωσης, μέσα στη “φοβερή ερημία του πλήθους”, όπως θα έλεγε και ο Αναγνωστάκης. Και καλά εγώ, έχω την ποίηση να με κρατάει σε τέτοιες στιγμές. Πώς να το αντιμετωπίζουν οι άλλοι φίλοι, που διαβάζουν και το μπλογκ μου; Ιδέα δεν έχω – φαντάζομαι πως θα σκέφτεται ο καθένας ό,τι τον απασχολεί περισσότερο.
Θα ήθελα βέβαια, να μπορώ απλά να κοιτάω το τοπίο χωρίς να σκέφτομαι κάτι. Θα ήταν ανακουφιστικό. Δυστυχώς, είτε επειδή έτσι είναι φτιαγμένος ο εγκέφαλός μου, είτε επειδή έχουν μεσολαβήσει άπειρα χρόνια εσωτερικής ανατροφοδότησης, ο διάλογος με τον εαυτό μου καλά κρατεί…Κι όπως θα έλεγε και ο Καβάφης, αντί για τη Θάλασσα του Πρωϊού, βλέπω στο παράθυρο του αυτοκινήτου “…τες φαντασίες μου, τες αναμνήσεις μου, τα ινδάλματα της ηδονής…”.
Θα έλεγα μάλιστα (Βασίλη, στ΄ ορκίζομαι! ) πως εκείνο το μεσημέρι στο δρόμο για την Ελούντα είδα να περπατάνε μαζί ο Καβάφης και ο Αναγνωστάκης, αυτοπροσώπως! Κουφό, ε;
6 σχόλια:
ΑΥΤΟ ΤΟ ΠΑΘΑΙΝΩ Κ ΕΓΩ ΣΟΦΙΑ Κ ΜΟΥ ΛΕΕΙ Ο ΟΔΗΓΟΣ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΓΝΩΣΤΟΣ ΜΟΥ:ΚΑΛΑ ΣΕ ΠΗΡΑ ΜΑΖΙ ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΜΗΛΑΣ?ΚΑΛΑ ΕΧΩ ΒΡΕΘΕΙ Κ ΜΕ ΚΩΦΟΥΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΛΕΜΕ ΤΙΠΟΤΑ Κ ΕΙΝΑΙ ΤΕΛΕΙΑ ΑΥΤΗ Η ΣΙΩΠΗ! ΑΛΛΑ ΑΝ ΗΞΕΡΕΣ ΕΣΥ ΝΟΗΜΑΤΙΚΗ Κ Ο ΦΙΛΟΣ ΣΟΥ Ο ΒΑΣΙΛΗΣ ΘΑ ΗΤΑΝ ΠΟΛΥ ΚΟΥΡΑΣΤΙΚΟ Κ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΔΥΟ ΣΑΣ Κ ΔΕΝ ΘΑ ΕΒΛΕΠΕΣ ΤΟΝ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗ Κ ΤΟΝ ΚΑΒΑΦΗ {ΧΑ ΧΑ} ΩΠΟΤΕ ΚΑΛΗΤΕΡΑ ΣΙΩΠΗ!!!!!!!!
Σοφία, μπορώ να φανταστώ και να καταλάβω πόσο ενοχλητικό είναι από την πλευρά σου να μην μπορείς να συμμετέχεις στην κουβέντα και να απομονώνεσαι επειδή οι συνθήκες σε υποχρεώνουν.
Διαβάζοντας τα λόγια σου, ωστόσο, αναλογίστηκα πως εγώ, που μπορώ υποτίθεται να συμμετέχω ως ακούων, αντιμετωπίζω πάρα πολύ συχνά τις συζητήσεις των άλλων ως ενόχληση. Όχι επειδή θεωρώ τα όσα λένε ανοησίες (συμβαίνει κι αυτό κάποιες φορές!) αλλά διότι με αποσπούν ακριβώς από τον εσωτερικό μου διάλογο ή -όπως λες- από τις εσωτερικές μου απαγγελίες. (Αυτό θα μπορούσε να στο βεβαιώσει κι η γυναίκα μου, η οποία φυσιολογικά νιώθει παραμελημένη σ' αυτόν τον τομέα, καθώς συχνά αντιλαμβάνεται ότι δεν την προσέχω.)
Ειδικά στο αυτοκίνητο, που παλιότερα (νόμιζα ότι) απολάμβανα ν' ακούω μουσική, τώρα όλο και πιο συχνά δεν πατάω καν το κουμπί, μη θέλοντας να με αποσπά από τις νοητικές μου "δημιουργίες".
Φυσικά, δεν τα γράφω όλ' αυτά για να σε παρηγορήσω -μάλλον ως συμπάσχων. (Όπως σωστά το θέτεις, θα ήταν τουλάχιστον ανακουφιστικό να σταματάει κάπου-κάπου το ρημάδι)
καλή σου μέρα, να περνάς όμορφα
Καλησπέρα κι απο εμένα!
Καθώς διάβαζα την ανάρτηση σκέφτηκα κάτι παρόμοιο με τον trelos.Είμαι Ακούων,αλλά όταν μπαίνω στο αμάξι σπάνια μιλάω γιατι προτιμώ να κοιτάζω την διαδρομή και να ηρεμώ..Πολλές φορές μάλιστα, αν μου μιλάνε και γυρνάω το κεφάλιμου προς αυτούς-και μετά παλι έξω και μετά ξανά τα ιδια...ζαλίζομαι!!!!:) Σίγουρα είναι διαφορετικό το να θές να συμμετέχεις σε μια κουβέντα και να μήν μπορείς πρακτικά.Και διαφορετικό, να επιλέγεις την εξωτερική "σιωπή" αλλά την εσωτερική "φασαρία" στο μυαλό σου!
Καμιά φορά ειναι πολύ πιο επικοδομητικό να σκέφτεσαι παρά να "μιλάς" ... :)
Κάτι άσχετο,Μ'αρέσει πολύ ο τρόπος που γράφεις και εκφράζεσαι!!!
Καλή υπόλοιπη επικοδομητική ημέρα! :)
Α! Πάντα οι διαδρομές με το αυτοκίνητο με ενέπνεαν να σκέφτομαι. Δε μιλάω. Κοιτάζω έξω από το παράθυρο τον κόσμο να περνάει και το μυαλό μου χάνεται μακριά.
Αναρωτιέμαι, δηλαδή, γιατι οι υπόλοιποι συνήθως δε βάζουν γλώσσα μέσα τους (και παραπονιούνται ότι δεν τους δίνω σημασία).
Τον Καβάφη, πάντως, δεν τον έχω δει ακόμη. :-)
Για εμένα , εξαρταται της διαθεσέως μου..άλλες φορες..αναπαριστώ αποσπασματα απο βιβλια που διαβασα..άλλες φορες απλα κοιτάω έξω..άλλες εχω 'φανταστικους' διαλογους με αγαπημενα προσωπα..
απ'ολα έχει ο μπαξές..και μάλιστα , μου αρέσει πολύ...
Υπέροχη η ιστορία σου και με νοήματα !
Κι εμένα μου αρέσει θα έλεγα είναι η αδυναμία μου να "χάνομαι" στις σκέψεις μου ... (άλλωστε, αυτές, δεν μπορεί να μου τις "κλέψει" ΚΑΝΕΙΣ !
Τώρα, να φτάνει κανείς, στο σημείο με τις σκέψεις του να φέρνει μπορστά του ιερά τέρατα (της ποίησης, στη συγκεκριμένη στιγμή) όπως έκανες εσύ, έ, αυτό όχι δεν είναι κουφό, είναι απίθανο, καταπληχτικό, τέλειο!
Σε χαιρετώ !
Δημοσίευση σχολίου