Τετάρτη 12 Μαρτίου 2008

ΙΣΤΟΡΙΑ 11: ΜΕ ΤΗ ΔΥΣΗ ΤΟΥ ΗΛΙΟΥ ΘΑ ΠΗΓΑΙΝΩ ΣΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ


Πρέπει να σας πω ότι ο τίτλος μας σήμερα είναι λίγο παραπλανητικός. Τον πήρα από το ποίημα “Σταδιοδρομία” του Καρυωτάκη, όπου έγραφε:


Αλλά, με τη Δύση του Ηλίου
θα πηγαίνω στου Βασιλείου.

Εκεί θα βρίσκω όλους τους άλλους
λογίους και διδασκάλους.

εννοώντας ένα βιβλιοπωλείο στο κέντρο της Αθήνας, που ήταν τότε στέκι συνάθροισης των λογοτεχνών και των διανοουμένων της εποχής του.

Ωστόσο, επειδή η πόλη μας η Αθήνα ανέκαθεν λειτουργούσε σαν ένα παλίμψηστο με περίεργες καταγραφές, έχουμε και σήμερα έναν ανάλογο χώρο, ένα στέκι “του Βασιλείου” στο κέντρο της Αθήνας, κάτω ακριβώς από την Ακρόπολη.

Ας δούμε όμως πως βρέθηκα εγώ σε αυτό το στέκι προχθές, Καθαρά Δευτέρα, και ποια είναι η σχέση του με την κώφωση. Πρώτα πρώτα, εμένα η μουσική με κυνηγάει, κι έρχεται και με βρίσκει συνήθως, αντί να την βρίσκω εγώ –που δεν την ψάχνω κιόλας- (και συχνά πάει πακέτο με την ερώτηση: τι μουσική ακούς; που ακόμα και σήμερα κάποιοι δεν έχουν βαρεθεί να μου απευθύνουν).
Έτσι, προχθές, μια φίλη μας θα τραγουδούσε στο σπίτι του ζωγράφου Σπύρου Βασιλείου – που έχει μετατραπεί σε μουσείο, με εκθέσεις των πινάκων του, και είναι ανοικτό καθημερινά στο κοινό.
Τώρα εδώ διακόπτουμε το πρόγραμμά μας για να μεταδώσουμε διαφημίσεις, από τις οποίες, αν θέλετε το πιστεύετε, δεν παίρνουμε καν ποσοστά (μια ζωή ερασι-τέχνες!)

Πρώτον, το σπίτι-μουσείο βρίσκεται στην οδό Γουέμπστερ 5, και θα βρείτε πληροφορίες γι’ αυτό και γενικά για τον ζωγράφο εδώ:
Και δεύτερον, η φίλη μας λέγεται Νικολέττα Αναστασίου και σε αυτή τη διεύθυνση:
μπορείτε να διαβάσετε δυο λόγια γι’ αυτήν και να ακούσετε και τρία ανέκδοτα τραγούδια της.
Τέλος διαφημίσεων-παύλα-spam πληροφοριών και συνεχίζουμε την ιστορία μας (και χωρίς ποσοστά!)



Είπαμε λοιπόν να πάμε εκεί με τον άντρα μου το Νίκο – η παράσταση θα συνδύαζε άρτον και θεάματα, και μάλιστα οπτικοακουστικά. Ο άρτος, συγκεκριμένα, θα ήταν λαγάνα και θα συνοδεύονταν από διάφορα άλλα νηστίσιμα που προσφέρονταν δωρεάν στο κοινό (από μπουφέ), το δε ακουστικό θέαμα θα μας το πρόσφερε η Νικολέττα, ενώ για τους κουφούς της αίθουσας, εμένα δηλαδή, οι άφθονοι πίνακες στους τοίχους θα αποτελούσαν το οπτικό θέαμα.

Τελικά όμως τα καταφέραμε να πάμε καθυστερημένοι και φαγωμένοι, οπότε πάει ο άρτος, πάνε και οι ιχθύες…συγγνώμη, η ταραμοσαλάτα εννοώ, και προχωρήσαμε κατευθείαν στο πρόγραμμα.
Οι ακούοντες της αίθουσας, άρα κι ο άντρας μου μαζί, πήγαν στον δεύτερο όροφο, όπου ήδη είχε αρχίσει να τραγουδάει η Νικολέττα, οι κουφοί της αίθουσας –μάλλον μόνο εγώ, αλλά δεν παίρνω και όρκο γιατί παίζει να βαριακούανε και κάτι παππούδες που κοιτούσαν αφηρημένα γύρω γύρω- πήραμε θέσεις κοντά στους πίνακες για να τους παρατηρήσουμε, και οι κοιλιόδουλοι της αίθουσας βρήκαν την ευκαιρία να τσακίσουν και δεύτερο πιάτο στον μπουφέ.
Λογικά, πρέπει να ήταν στην αίθουσα και κάποιοι ζωγράφοι και φοιτητές της Καλών Τεχνών. Αυτοί ξεχώριζαν από τον τρόπο που κοιτούσαν τους πίνακες, τις γραμμές, το φως, και ήτανε κι ένας τουλάχιστον με το μπερεδάκι και το γενάκι του ζωγράφου.
Είχε πλάκα να κοιτάς το ετερόκλητο πλήθος: εικαστικοί, μουσικόφιλοι, κοιλιόδουλοι, άσχετοι, πεινασμένοι περαστικοί, κουφοί και ακούοντες, ένας αχταρμάς χάρμα. Νομίζω θα κάναμε ευτυχισμένο τον Σπύρο Βασιλείου, εξάλλου γι’ αυτό μάλλον έδωσε το σπίτι του για μουσείο ο άνθρωπος.
Το σπίτι αξίζει να το επισκεφτεί κανείς και μόνο για την αρχιτεκτονική του –τώρα που το σκέφτομαι θα ήταν σίγουρα και αρχιτέκτονες στο πλήθος- γιατί χτίστηκε με σκοπό να στεγάσει και το ατελιέ του ζωγράφου και έχει μια πολύ περίεργη διαμόρφωση, με αίθριο στη μέση του σπιτιού.
Όλες τις πληροφορίες τις έμαθα γιατί μέχρι να τελειώσει η Νικολέττα πήγα στο πωλητήριο του μουσείου (στο ισόγειο του σπιτιού) και αγόρασα το βιβλίο με την Ιστορία του Μουσείου (6 ευρώ).
(Νικολέττα, μου χρωστάς 6 ευρώ –ή κανα-δυο καφέδες- τραγούδι και ευρώ μου κόστισε η παρακολούθηση βλέπεις!)

Όταν τέλειωσα την ανάγνωση του βιβλίου –διαβάζω και γρήγορα γμτ- και είδα όλους τους πίνακες του σπιτιού, είπα στο Νίκο ότι αρκετά είχα παρακολουθήσει τα μουσικά δρώμενα της Καθαράς Δευτέρας και μήπως να φεύγαμε σιγά σιγά; - όπως κι έγινε δηλαδή.
Έχοντας λοιπόν, μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, εμπειρία από μια συναυλία και μια μουσική εκδήλωση, έχω να δηλώσω ότι μου αρέσουν περισσότερο οι μουσικές παραστάσεις που γίνονται σε χώρο με άπλετο φως και με πίνακες γύρω-γύρω.
Αν και, τώρα που το σκέφτομαι, θα είχα εκτιμήσει ακόμα περισσότερο τα μουσικά δρώμενα αν είχα τσιμπήσει στη ζούλα και καμία λαγάνα!


ΥΓ: Ο πίνακας είναι ασφαλώς του Βασιλείου, από τη σελίδα που σας έδωσα παραπάνω.

5 σχόλια:

An-Lu είπε...

;-)
Μπράβο! Δεν ήξερα ότι το σπίτι του Βασιλείου είχε γίνει μουσείο ΚΑΙ ελεύθερο για το κοινό!

ΣΟΦΙΑ ΚΟΛΟΤΟΥΡΟΥ είπε...

Χμ, φοβάμαι πως πρέπει να το διευκρινίσω αυτό: η είσοδος ήταν ελεύθερη την Καθαρά Δευτέρα, αλλά τις καθημερινές είναι 4 ευρώ το ολόκληρο και 2 το μειωμένο.

Ωρες: 10 πρωί ως 6 απόγευμα (Τρίτη-Πέμπτη-Παρασκευή), 11 πρωί με 8 το βράδυ (Τετάρτη) και 10 πρωί με 3 μεσημέρι (Σάββατο-Κυριακή).

Τώρα εγώ πιστεύω ότι αξίζει να τα δώσει κανείς για να δει το σπίτι και τους πίνακες, και για να πιει καφέ που σερβίρεται στο αίθριο -άνετα θα καλούσα μια φίλη μου εκεί- αλλά τι να σας πω; Μην με κατηγορήσουν ότι τους διαφημίζω κιόλας (όχι τίποτις άλλο, να συμφωνήσουμε στα ποσοστά πρώτα!)

μαριάννα είπε...

Εδώ που τα λέμε δεν είναι τίποτα 4 ευρώ για να δεις αυτό το σπίτι και τα έργα του Βασιλείου. Θα απολαύσεις και το καφεδάκι σου στο αίθριο. Μια χαρά! Μπράβο Σοφάκι μου! Ευχαριστούμε για την ενημέρωση. Και του χρόνου να είσαστε καλά!

Καλή Σαρακοστή!

Ανώνυμος είπε...

Μπράβο Σοφί, καλά έκανες και πηγές και τα είδες από κοντά τα μοναδικά κομμάτια του. Πολυ λίγοι το έχουν αυτό το ενδιαφέρον δλδ ζούμε σε ένα κόσμο μέσα σε ένα παράθυρο(pc), θυμάμαι στη Θεσσαλονίκη, στο Μουσείο Αρχαίων Βυζαντινών & Μεταβυζαντινών Μουσικών Οργάνων στα Λαδάδικα στο 2ο όροφο οπού έδιναν συνεντεύξεις όλοι οι ηθοποιοί του Κρατικού θεάτρου ΚΘΒΕ (και ερασιτεχνικού)η κοπελιά με την οποία είχα σχέση 4 χρονιά ήταν δημοσιογράφος και τους έπαιρνε συνεντεύξεις, γνωριμίες κλπ σε μια φάση ήθελα να βγω έξω να πάρω αέρα και ξάφνου στο βάθος του διαδρόμου είδα κρεμασμένα στο τοίχο αυτά τα υπέροχα ξύλινα όργανα από το Βυζάντιο που δεν είχα ξαναδεί στη ζωή μου, έκατσα να τις παρατηρώ με όλη την λεπτομέρεια της δουλειάς που έκαναν πριν 100 χρονιά, ένιωθα τυχερός που είδα αυτά τα μοναδικά κοσμήματα και κράτησα στη μνήμη μου όλο αυτό το σκηνικό (π.χ. χαμηλός φωτισμός, χρώμα ξύλου), μετά πήγα στη καφετερία να κάνω το τσιγάρο μου, λίγο αργότερα ήρθε η κοπελιά μου να με βλέπει χαμογελαστό σαν να άλλαξε το πρόσωπο μου και να με ρωτά: τι είδες και χαμογελάς ...


Της εξηγώ όλη την φάση ... την επομένη βδομάδα με πήγε στο Σπηλαίο των Πετραλώνων, Μουσείο σύγχρονης Τέχνης, στο σπίτι του Μουσταφά Κεμάλ Αταρτουκ, Αγ. Δημήτριος στις υπόγειες κατακόμβες, και αλλά πολλά μουσεία (τα έχω σημειώσει όλα στο ημερολόγιο μου από το 2000)!!!


Καλή Σαρακοστή Σοφί μου, πολλές εγκάρδιες αγκαλιές από εκ μέρους μου ...

Μ.Β.

Churchwarden είπε...

"Πρώτα πρώτα, εμένα η μουσική με κυνηγάει, κι έρχεται και με βρίσκει συνήθως, αντί να την βρίσκω εγώ–που δεν την ψάχνω κιόλας"

Kαταρχάς να εκφράσω τη συμφωνία μου για το ότι, πράγματι, η μουσική σας βρίσκει. Ανάγνωση ποιημάτων σας, καθιστά αδιαμφισβήτητο το γεγονός.

Επιτρέψτε μου, όμως, να εκφράσω και την απορία μου για τον κατατρεγμό.