Σάββατο 15 Μαρτίου 2008

ΙΣΤΟΡΙΑ 12: ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΑΛ ΧΑΛΙΛΙ ΜΟΥ ΕΚΑΝΑΝ ΜΙΑ ΜΕΛΑΝΙΑ

Πω πω, σαν να βλέπω τώρα την έκφρασή σας όταν είδατε τον τίτλο: Χαρήκατε βρε! Νομίζετε ότι πήγα κανένα εξωτικό ταξιδάκι στην Αίγυπτο (που πάντως πολύ θέλω να πάω κάποτε) και σας κάνω ρεπορτάζ για κουφές καμήλες στην αγορά…(Αλήθεια, υπάρχουν κουφές καμήλες; Κουφοί σκύλοι ναι, το έχω διαβάσει, αλλά καμήλες; Και πάντως, πόσο δύσκολο είναι να είσαι κουφή καμήλα στην έρημο; ΟΚ, πιάνεις έναν αμμόλοφο και πας, πας, πας…Αρκεί να βλέπεις και να μυρίζεις για να μην χάσεις το καραβάνι).

Η σημερινή ιστορία μας όμως είναι πολύ πιο πεζή και δεν έχει εξωτικό χαρακτήρα. Ούτε καμήλες, ούτε πυραμίδες, ούτε αμμολόφους. Μόνο βουνά από σκουπίδια, και γύρω το γνώριμο φόντο της Ακαδημίας, στο κέντρο της Αθήνας.

Είχα κατέβει το πρωί για δουλειές, εγώ και άλλα 2 εκατομμύρια κάτοικοι της πολύπαθης πρωτεύουσάς μας, όταν, στη συμβολή Ακαδημίας και Ιπποκράτους (ή μήπως Πατησίων και Παραμυθιού γωνία; Μπα, κάθε απόπειρά μου να ξεφύγω από τη ρουτίνα της μέρας τελευταίως δεν πετυχαίνει, ούτε παραμύθι έχουμε ούτε ερήμους, ούτε οάσεις…μόνο στάσεις, πότε του ΟΑΣΑ και πότε του Μετρό), στη γωνία λοιπόν απάνω πέτυχα μια παλιά μου συνάδερφο, που είχα 3-4 χρόνια να δω.

Σταματήσαμε και μιλήσαμε για κανένα πεντάλεπτο περίπου, ίσα να πούμε τα νέα μας στα πεταχτά. Εκεί που μιλούσαμε, νιώθω κάτι να με χτυπάει με δύναμη στο μηρό, και έναν έντονο πόνο, σαν να είχα φάει ροπαλιά.

Προτού γυρίσω να δω, σκέφτηκα αντανακλαστικά μη τυχόν και είχε και σήμερα καμία πορεία και βρέθηκα στο κέντρο της χωρίς να το καταλάβω, αλλά πάλι, πέντε λεπτά πριν είχα κοιτάξει και ο δρόμος ήταν όπως συνήθως, με τα γνωστά αλληλοσπρωξίματα των πεζών και τις ατέλειωτες ουρές των αυτοκινήτων.

Γυρνάω λοιπόν και ίσα που πρόλαβα να δω έναν κύριο κάποιας ηλικίας (αν το γραπτό αυτό δεν είχε και politically correct φιλοδοξίες, θα τον έλεγα και γέρο) να προσπαθεί να ανοίξει δρόμο μέσα στο πλήθος της Ιπποκράτους με τη βοήθεια ενός μπαστουνιού, όμοιο με εκείνο του παππού μου, με το οποίο κοπάναγε αδιακρίτως (ο άγνωστος, όχι ο παππούς μου!) όποιον θεωρούσε ότι του έκλεινε το δρόμο.

Ο παππούς μου το μπαστούνι το είχε για να πηγαίνει περιπάτους γύρω από το τετράγωνο της γειτονιάς τα απογεύματα, και πάντως όχι για φονικό όπλο. Βέβαια, ο παππούς μου έζησε σε μιαν άλλη Αθήνα, πολύ λιγότερο νευρωτική από τη σημερινή, αλλά και πάλι δεν μπορείς να δικαιολογήσεις κανέναν που κοπανάει περαστικούς με το μπαστούνι μέρα μεσημέρι στην Ιπποκράτους.

Θα μου πείτε, δεν φώναζε παράλληλα; Ασφαλώς, φώναζε να κάνουν όλοι στην άκρη, μα μέσα στον θόρυβο του δρόμου και καθώς κουβεντιάζαμε ταυτόχρονα, ούτε η συνάδερφός μου –που έχει άριστη ακοή- δεν πρόλαβε να τον ακούσει εγκαίρως και να με προφυλάξει.

Αν ήμουν ένας από σας και είχα κοπανηθεί από μπαστούνι χωρίς λόγο μέρα μεσημέρι, θα είχα ένα σωρό επιλογές: Θα μπορούσα να επικαλεστώ

- τη λαϊκή παράδοση: ει, τι βαράς ρε Καραγκιόζη;

- την κοινή αντίδραση: Στραβός είσαι ρε, που πας; – πράγμα που βέβαια δεν θα ξεστομίσω ποτέ ούτως ή άλλως, γιατί θα κάνω αυτό που κατηγορώ: και ναι, σίγουρα κάποιοι που έχουν κατηγορηθεί άδικα θα είναι και άνθρωποι με πρόβλημα όρασης, που όμως θα περπατούν χωρίς το λευκό μπαστούνι, και θα γίνονται αποδέκτες ακριβώς των ίδιων σχολίων με εμένα. Αν και ο συγκεκριμένος δεν φαινόταν να έχει πρόβλημα όρασης, παρά πρόβλημα συγχρωτισμού με τον κόσμο.

- το χιούμορ: Τι βαρά’ ρε θίο; - όπου το θίο, με γιώτα, είναι έκφραση του αδερφού μου, δεν ξέρω αν το λένε κι άλλοι, και δεν προκύπτει από το θείος, μα είναι το χαιδευτικό του…ηλίθιος!

- τη δική μου μυϊκή δύναμη, αν είχα δηλαδή: Τι θες ρε, πας γυρεύοντας να σε δείρω πρωί πρωί;

- το φιλότιμο: Παρακαλώ, κύριε, προσέχετε λίγο με το μπαστούνι, θα χτυπήσετε άδικα τον κόσμο.

- την ειρωνία: Σε πάει βόλτα το μπαστούνι παππού;

- την εκδίκηση: πάρε τώρα μια τρικλοποδιά κι από μένα, για να μάθεις!

- το μεταφυσικό: Ω, μεγάλε Μανιτού, ρίξε μια βροχή πάνω στο κεφάλι του παππού τώρα (αυτό συνοδεύεται από επιτόπια βηματάκια χορού βροχής).

- το θρησκευτικό: Μα το Δία, να πέσουν χίλιοι κεραυνοί στο κεφάλι του!

- το περίπλοκο: κι αν γίνει τώρα σεισμός και πέσει μια γλάστρα στο κεφάλι του από μπαλκόνι της Ιπποκράτους;

- το απλό: κι αν τον κουτσουλήσει ένα περιστέρι όπως προχωράει;

- η επίκληση των ζώων: κι αν τον δαγκώσει ένα αδέσποτο σκυλί τώρα;

- το παράλογο: κι αν βγει ένας αλιγάτορας από τους υπονόμους και τον καταπιεί;

- Και τέλος, το εξωτικό: να πάει στην Αίγυπτο και να τον αφήσει κατά λάθος στην έρημο μια κουφή καμήλα!

Όλα αυτά θα μπορούσα να τα πω ή να τα σκεφτώ αν ήμουν σαν κι εσάς – ΟΚ, μερικά ανομολόγητα τα σκέφτομαι και τώρα, είναι αλήθεια. Μα να τα ξεστομίσω; Το έχουμε ξαναπεί, η φωνή μου δεν με βοηθά να εμπλακώ σε οποιονδήποτε καυγά, γιατί αντί να καυγαδίσω θα καταλήξω να δίνω εξηγήσεις για την κώφωσή μου – και παίζεται κιόλας αν θα γίνουν κατανοητές.

Σας βλέπω τώρα που τρομάζετε – σκέφτεστε αν είμαι άραγε τόσο καταπιεσμένος και εκδικητικός τύπος, που έκανα ολόκληρο θέμα στο blog για έναν παππού που με κοπάνησε λίγο με το μπαστούνι.

Η αλήθεια είναι πως δεν διακατέχομαι από τόσο έντονα συναισθήματα εκδίκησης. Απλώς, στο σημείο που με κοπάνησε άρχισε ήδη να σχηματίζεται μια ωραιότατη μελανιά.

Κι αν έγραψα ολόκληρο κείμενο μες τη νύχτα, είναι επειδή αύριο θα τη δει τη μελανιά ο άντρας μου και θα ζητήσει εξηγήσεις.

Και, αλήθεια σου λέω αγάπη μου, έτσι ακριβώς έγιναν σήμερα τα πράγματα!

11 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Αχου βρε Σοφί, μου θύμησες στα νιάτα μου στη Νάξο, οι γέροντες ήταν πολύ αυστηροί και δεν συγχωραγανε την κάθε κίνηση του παιδιού (δεν καταλάβαιναν την ψυχολογία) και δεν έλειπαν οι απειλές τους π.χ. ρε νιονιό θα το πω στη μανά σου να δεις ξυλιές που θα φας κλπ ...

Ομολογώ έχω φάει κι γω ξυλιές από γέροντες αλλά κατά βάθος τους αγαπούσα ότι αν έκαναν διότι ήξερα μέσα μου (μικρός τότε) π.χ. δεν θα τρέχουν σαν εμένα, ζωηράδα, παιχνίδια κλπ, όταν είχα ελεύθερο χρόνο καθόμουν διπλά τους στα καφενεία γεμάτα με καπνό (στριφτό με τσαμπάκι, χαλασμένες δεμένες πίπες από παλιούς ναυτικούς) που η ζώνη τους κρεμόντουσαν κοφτερά μαχαιριά, τα χεριά τους γεμάτα τρυπητά με τατουάζ, άκουγα ιστορίες που είχαν βιώσει την ζωή τους στη θάλασσα, όταν δεν είχα σχολειό με έπαιρναν μαζί τους ξημερώματα στα καΐκια για ψάρεμα με δίχτυα, παραγάδια, που τα χεριά μου γέμισαν με τραύματα (οι πετονιές ήσαν κοφτερές σαν λεπίδι) και σκλήρυναν από το αλάτι ...

Κάθε γερο που συναντώ ή περνάει διπλά μου, τους χαμογελάω: Καλημέρα γέροντα μου ...

Καντο κι εσύ Σοφί μου, μια παλιά παροιμία λέει (αν θυμάμαι καλά): καλύτερα να βάλεις με έναν στη ηλικία σου και ποτέ με γερο/γρια ...

Πολλα φιλιά Σοφί μου ...


Μ.Β.

An-Lu είπε...

Είμαστε παρανοϊκοί ως λαός, πάει και τελείωσε!
;-)

amanAM είπε...

Προτιμάω να μην πω την γνώμη μου, γιατί αν την διαβάσει ο άντρας σου, και την ασπαστεί, θα φταίω εγώ στο τέλος...

Πάντως, εαν η δικιά μου η γυναίκα είχε παρόμοια δικαιολογία για την προέλευση της μελανιάς, θα την χώριζα.

Όταν βρίσκω ανεξήγητες μελανιές πάνω στην γυναίκα μου, εκείνη μου λέει:
Δεν ξέρω πως έγινε αυτή η μελανιά!!!

Κι εκεί τελειώνει η συζήτηση, καλά να με κάνεις κερατά μωρή, αλλά όχι να με περνάς και για ηλίθιο!!!

:-)

ΣΟΦΙΑ ΚΟΛΟΤΟΥΡΟΥ είπε...

@ AmanAM : Γειά σου καπετάν-Αντώνη! Και πότε τις κάνει τις μελανιές η καπετάνισσα; Οταν πάει να καθαρίσει το αμπάρι;

;-))

Meropi είπε...

Σοφία μου,
γέλασα με την ιστορία σου. Θυμήθηκα και το ανέκδοτο με τον ξυλουργό που πήγε να επισκευάσει μια ντουλάπα που έτριζε και μπήκε μέσα για να δει γιατί τρίζει όταν περνά το τρένο. Τον τσάκωσε λοιπόν ο άντρας της πελάτισσας μέσα στην ντουλάπα και του λέει ο ξυλουργός "τώρα εγώ αν σου πω ότι περίμενα το τρένο εδώ, θα με πιστέψεις;"
Το ξέρεις το ανέκδοτο;;

amanAM είπε...

Σοφία, άστα!!!

η γυναίκα μου γύρισε από το χωριό της, είχε παέι για τρεις μέρες, και καλά να δει το καινούργιο της ανηψάκι...

Τέλος πάντων, άρχισε να μου λέει για μια τρελή στο ΚΤΕΛ, που είχε και μια τσάντα, και έβριζε μπλα, μπλα, μπλα... και τσακ! έφτασε στο προκείμενο:

Ξαφνικά, μου χώνει μια με την τσάντα, στην πλάτη!!!
Να μια μελανιά...

Αμάν, σκέφτηκα, όλες τα ίδια!!!
Με μελανιά γύρισε, άστα Σοφία μου, αστα, άστα να πάνε...

ΜΑΡΙΑΝΝΑ είπε...

Αχ σοφι μου νομίζω πως άνοιξες τους ασκούς του Αίολου...
Πάλι καλά που δεν πρέπει να εξηγήσω σε κανέναν πως η μελανια στο γοφό μου είναι από γλίστρημα στην μπανιέρα

Ανώνυμος είπε...

μαλλον εχει γινει πολυ δυσκολο το περπατημα στο κεντρο της αθηνας και τα νευρα του κοσμου κροσια
μου θυμισες μια ταινια,την ρωξανη με την περιγραφη των σχολιων σου.
ιδιατερα διασκεδαστικο κειμενο.

παρενθεση...απο οτι εχω καταλαβει εισαι ψαγμενη αρκετα αλλα εχω βρει καποιους υποτιτλους για ελληνικες ταινιες οποτε αν σε ενδιαφερουν μου το λες και σου τους στελνω.
φιλικα
Δεσποινα

Manos είπε...

Πάντως θα ήθελα πολύ να ήμουνα "ο τυφλός με το δολοφονικό μπαστούνι"

Ανώνυμος είπε...

Δημιουργήσατε το τέλειο άλλοθι!
Εκτός της ευφάνταστης δικαιολογίας προς το σύζυγο, προνοήσατε και για αυτόπτη μάρτυρα!

Θαυμάζω την ευρηματικότητά σας ;-)

Γιώργος Μαργαρίτης είπε...

Χαχαχαχαχαχαχ! Γέλασα πολύ με τις πιθανές σου λύσεις!

Καλημέρα, και να σαι πάντα καλά!